Αναβίωση των Αρχαίων Λατομείων: Η Πάρος Διεκδικεί την Κληρονομιά της
Τα παραμελημένα αρχαία λατομεία μαρμάρου της Πάρου—κάποτε η πηγή πολλών αριστουργημάτων γλυπτικής της αρχαίας Ελλάδας—λαμβάνουν πλέον ανανεωμένη προσοχή. Έξι τοπικοί παριανοί σύλλογοι αφιερώνουν τις προσπάθειές τους στη διατήρηση και προώθηση της μοναδικής ιστορίας και πολιτιστικής κληρονομιάς του νησιού. Πράγματι, μέχρι το 2022, τα λατομεία ήταν εντελώς εγκαταλελειμμένα. Η πινακίδα «αρχαία λατομεία» και ο δρόμος προς το Μαράθι της Πάρου δημιουργούσαν αρχικά την εντύπωση ενός προστατευόμενου και επισκέψιμου αρχαιολογικού χώρου. Ωστόσο, ο δρόμος δεν οδηγούσε πουθενά.
Το Όραμα για Παγκόσμια Κληρονομιά
Χάρη στον μη κερδοσκοπικό οργανισμό Πάρκο Αρχαίων Λατομείων Μαρμάρου Πάρου ΑΜΚΕ, τα διάσημα λατομεία αναβιώνουν. Αυτά τα λατομεία προμήθευαν μάρμαρο για κορυφαία αριστουργήματα, όπως ο Ερμής του Πραξιτέλη, η Αφροδίτη της Μήλου, η Νίκη της Σαμοθράκης, η Νίκη του Παιωνίου στην Ολυμπία, το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού και ο Ναός της Αρτέμιδος στην Έφεσο.
Ο οργανισμός θέτει ως μακροπρόθεσμο όραμά του την αναγνώριση του πάρκου ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Ο Βλάσης Σφυρορέας, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, δήλωσε πρόσφατα.. «Ο απώτερος στόχος είναι ολόκληρο το πάρκο με τα βιομηχανικά κτίρια να γίνουν, στο μακρινό μέλλον, μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς».
Η Γοητεία του Παριανού Μαρμάρου: Από το Μουσείο στην Πηγή
Ο Σφυρορέας προσθέτει ότι οι επισκέπτες—Έλληνες, αλλά κυρίως οι ξένοι—τους έλκη εδώ και καιρό από το μέρος. Συγκεκριμένα, τους γοητεύει η κληρονομιά του παριανού μαρμάρου, φημισμένου για τον ρόλο του σε μερικά από τα σπουδαιότερα γλυπτά του κόσμου. Επιπλέον, σε μεγάλα μουσεία όπως το Λούβρο, το Βρετανικό Μουσείο, το Μουσείο της Ακρόπολης και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας, βλέπουν αριστουργήματα που φέρουν την επιγραφή «Παριανό μάρμαρο». Ως αποτέλεσμα, κινητοποιημένοι από αυτή την κληρονομιά, έρχονται αναζητώντας μια βαθύτερη σύνδεση με την ιστορία, μόνο για να συναντήσουν σημάδια παραμέλησης και έλλειψης σωστής συντήρησης ή ανάπτυξης.
Ο Λυχνίτης: Το Χιονόλευκο «Θαύμα» της Πάρου
Η φήμη των αρχαίων λατομείων της Πάρου δικαιολογείται απόλυτα, καθώς εκεί εξορυσσόταν ο περίφημος λυχνίτης. Ο λυχνίτης αποτελεί ένα χιονόλευκο, λεπτόκοκκο μάρμαρο με μοναδική διαπερατότητα στο φως, η οποία έδινε μια απαράμιλλη πλαστικότητα στα γλυπτά. Επομένως, οι αρχαίοι καλλιτέχνες χρησιμοποιούσαν αυτό το μάρμαρο μόνο στην αγαλματοποιία, ενώ η ιδιότητά του τούς είχε μαγέψει.
Οι αρχαίοι αναζητούσαν τον λυχνίτη για τη γλυπτική λόγω της ποιότητας, της λευκότητας, της υψηλής διαφάνειας και της διαπερατότητας του φωτός του. Για να γίνει αντιληπτό, η διαπερατότητά του έφτανε τα 3,5 cm (έναντι 2,5 cm του μαρμάρου Carrara και 1,5 cm του μαρμάρου Πεντέλης), ενώ στο υλικό καλύτερης ποιότητας μπορούσε να φτάσει έως και 12 εκατοστά. Το στρώμα μαρμάρου καλύτερης ποιότητας—πάχους από ένα έως τρία μέτρα—είναι ανάμεσα σε άλλα παχύτερα γαλαζωπά στρώματα. Γεγονός που το καθιστά ορατό σε διάφορες τοποθεσίες στην κοιλάδα. Αντίθετα, υπήρχε και μια «δεύτερη» ποιότητα λευκού παριανού μαρμάρου, η λεγόμενη «λευκή πέτρα». Αυτή ήταν χονδρόκοκκη και λιγότερο φωτοδιαπερατή, με αποτέλεσμα να τη χρησιμοποιούν για την κατασκευή κτιρίων και ναών.
Η Εξόρυξη Βαθαίνει: Από την Επιφάνεια στις Στοές του Μαραθίου
Η εξόρυξη μαρμάρου στην Πάρο ξεκίνησε γύρω στο 700 π.Χ., σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία. Η οργανωμένη μεταλλευτική δραστηριότητα έγινε με την έναρξη της κάτω στοάς.
Τα αρχαία λατομεία του Μαραθίου είναι εκατέρωθεν μιας χαράδρας που σκαλίζει στο βουνό το ρέμα Σκαρπαθιώτη. Μάλιστα, καθώς αυτό το ρέμα έσκαβε τη Γη, αποκάλυπτε στους αρχαίους την πολύτιμη παρουσία του λυχνίτη. Αρχικά, η εξόρυξη ήταν σε επιφανειακά κοιτάσματα, τα οποία ήταν πιο εύκολα προσβάσιμα. Ωστόσο, καθώς αυτά τα επιφανειακά αποθέματα τελείωναν, η ζήτηση για αυτό το εξαιρετικό μάρμαρο παρέμενε υψηλή.
Οι αρχαίοι, αποφασισμένοι να ακολουθήσουν την πλούσια φλέβα καθώς αυτή βυθιζόταν βαθύτερα στο βουνό, άρχισαν να σκαλίζουν υπόγειες στοές και θαλάμους. Αυτή αποτέλεσε μια επίπονη και επικίνδυνη επιχείρηση. Οι επιδέξιοι λατόμοι—πολλοί από τους οποίους ήταν σκλάβοι αλλά και πολυάριθμοι ελεύθεροι τεχνίτες—η εργασία τους ήταν υπό εξαντλητικές συνθήκες, χρησιμοποιώντας μια σειρά από εργαλεία.. Αιχμηρά σφυριά, αξίνες, μανδραγόρες, σμίλες, σφήνες, μοχλούς και άλλα.
Παρόλο που το παριανό μάρμαρο το χρησιμοποιούσαν ήδη από την 4η χιλιετία π.Χ., τελικά τον 7ο αιώνα π.Χ. άνοιξαν για πρώτη φορά τα φημισμένα υπόγεια λατομεία του Μαραθίου. Έτσι, μέχρι τον 5ο αιώνα π.Χ., το νησί της Πάρου είχε αποκτήσει ευρεία φήμη και ευημερία από το εμπόριο μαρμάρου. Η φωτεινή πέτρα του ήταν πλέον πολύτιμη σε όλο τον αρχαίο κόσμο για την απαράμιλλη ποιότητα και ομορφιά της.
Σημαντική Προσθήκη: Η Σπηλιά των Νυμφών
Εκτός από την τεχνική και ιστορική τους αξία, τα λατομεία του Μαραθίου κρύβουν και έναν ιδιαίτερο θησαυρό.. Την «Σπηλιά των Νυμφών». Αυτή η στοά αποτελεί το αρχαιότερο και βαθύτερο σημείο εξόρυξης. Στην είσοδό της, ο αρχαίος γλύπτης Αρχίλοχος χάραξε μία επιγραφή που αφιέρωσε στις Νύμφες. Η επιγραφή αυτή μαρτυρά τη βαθιά σύνδεση των εργαζομένων με τον τόπο και προσδίδει στα αρχαία λατομεία μαρμάρου Πάρου και μια μυθολογική-θρησκευτική διάσταση, ενισχύοντας περαιτέρω την πολιτιστική τους αξία.