Σίλφιον: Το αρχαίο “θαύμα” που εξαφανίστηκε, λέγεται ότι ο ίδιος ο Απόλλωνας το χάρισε στους Έλληνες. Ήθελε να τους κάνει ένα αξέχαστο δώρο. Έτσι ξεκίνησε η ιστορία του.
Ξαφνικά, ολόκληρη η κοινωνία διψούσε για αυτό. Το Σίλφιο ήταν αφροδισιακό και ισχυρό αντισυλληπτικό. Παράλληλα, αποτελούσε ένα λαχταριστό καρύκευμα.
Είχε τα πάντα, και κανείς δεν το έκρυβε. Ο Ιπποκράτης, ο Διοσκουρίδης και ο Σωρανός ο Εφέσιος το ανέφεραν. Πλήθος άλλων Ελλήνων και Ρωμαίων το επιβεβαίωσαν.
Τι Ήταν το Σίλφιο;
Το Σίλφιο (ή σύλφιο) ήταν το διασημότερο βότανο της αρχαιότητας. Ήταν ένα φυτικό “πασπαρτού” για όλες τις χρήσεις. Παράλληλα, ήταν σπάνιο, όπως η μαστίχα της Χίου σήμερα. Άξιζε το βάρος του σε ασήμι.
Φυόταν αποκλειστικά σε μια στενή λωρίδα γης. Αυτή βρισκόταν στην Κυρήνη, στις ακτές της Βόρειας Αφρικής. Δεν ευδοκιμούσε πουθενά αλλού.
Ένας Θησαυρός για την Αρχαιότητα
Οι έμποροι του σίλφιου πλούτιζαν. Όλος ο αρχαίος κόσμος το λαχταρούσε. Το απαθανάτιζαν σε νομίσματα και αγγεία. Οι Ρωμαίοι το υιοθέτησαν και το εξύψωσαν. Κανείς όμως δεν κατάλαβε τον κίνδυνο. Η υπερεντατική καλλιέργεια το οδηγούσε στο τέλος.
Σύντομα όλοι θα ζούσαν χωρίς σίλφιο. Έπρεπε να βρουν υποκατάστατα. Το φυτό αφέθηκε στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας. Ακόμα και σήμερα οι βοτανολόγοι προβληματίζονται. Τι ήταν ακριβώς;

Ένα Μαγικό Βότανο για τα Πάντα
Οι Ρωμαίοι χρησιμοποίησαν πολύ την αντισύλληψη. Σε αυτό το πλαίσιο, ένα βότανο εξαφανίστηκε. Αν τους πιστέψουμε, ήταν το πιο αποτελεσματικό αντισυλληπτικό. Αν και οι Ρωμαίοι δεν ξεκίνησαν την εκμετάλλευση.
Το βότανο λεγόταν σίλφιο. Πιθανώς συγγένευε με τον γιγαντιαίο μάραθο ή το σέλινο. Οι Έλληνες καλλιεργούσαν μόνο τη ρητίνη του. Οι Ρωμαίοι εκμεταλλεύονταν όλο το φυτό. Ακόμα και τις ρίζες του χρησιμοποιούσαν.
Οι Έλληνες το ονόμαζαν σίλφιο, οι Ρωμαίοι silphium. Οι Ρωμαίοι του έδωσαν κι άλλες ονομασίες. Το χρησιμοποιούσαν για τα πάντα. Ήταν αρωματικό καρύκευμα και αναλγητική αλοιφή. Επίσης, φάρμακο για πάμπολλες νόσους. Έγινε περιβόητο για τις διεγερτικές και αντισυλληπτικές του ιδιότητες.

Η Ανακάλυψη στην Κυρήνη
Οι Θηραίοι φέρεται να ανακάλυψαν το σίλφιο περίπου το 630 π.Χ., όταν ίδρυσαν την Ελληνική αποικία της Κυρήνης. Μάλιστα, οι Έλληνες ονόμασαν την αποικία από την πηγή Κύρη, η οποία ήταν αφιερωμένη στον θεό Απόλλωνα, που, σύμφωνα με τον μύθο, ήταν εκείνος που τους χάρισε το πολύτιμο φυτό.
Ο θρύλος λέει ότι ο οικιστής Βάττος Α’ αποβιβάστηκε στην Κυρηναϊκή, όπου οι γηγενείς τον οδήγησαν σε μια περιοχή με “τρύπα στον ουρανό”, πιθανότατα επειδή εκεί οι βροχοπτώσεις ήταν συχνές. Εκεί υπήρχε ένα ιερό του Απόλλωνα, και έτσι ο Θηραίος ίδρυσε την πόλη του, τιμώντας τα ιερά αυτά εδάφη.
Το σίλφιο, ως δώρο του Απόλλωνα, ήταν ένα πολύτιμο βότανο που συνέβαλε καθοριστικά στη μετατροπή της Κυρήνης σε ένα σπουδαίο πολιτιστικό και οικονομικό κέντρο. Πράγματι, η εμπορική του εκμετάλλευση έφερε θαυμαστά πλούτη, με αποτέλεσμα το σίλφιο να γίνει τόσο σημαντικό, ώστε να εμφανίζεται σχεδόν σε κάθε νόμισμα της πόλης. Η τεράστια αξία του για την οικονομία της πόλης απεικονίζεται χαρακτηριστικά σε μια λακωνική κύλικα (565-560 π.Χ.), όπου ο βασιλιάς Αρκεσίλαος Β΄ επιβλέπει προσωπικά τη συγκομιδή του. Αυτό από μόνο του αποδεικνύει ότι ήταν πλέον το απόλυτο έμβλημα της πόλης.
Το Σίλφιο στην Ιατρική και τη Μαγειρική
Παράλληλα, το σίλφιο καθιερώθηκε ως βασικό συστατικό γιατρών και μυστών, με τη χρήση του να εξαπλώνεται σε όλη τη Μεσόγειο για περίπου 700 χρόνια. Οι παλαιότερες αναφορές προέρχονται από τους Αιγυπτίους, οι οποίοι το γνώριζαν ήδη από τον 7ο π.Χ. αιώνα και το χρησιμοποιούσαν ως ιατρικό βοήθημα για ένα ευρύ φάσμα παθήσεων: από αντισύλληψη και πρόκληση άμβλωσης μέχρι πανάκεια που υποτίθεται ότι θεράπευε από πονόλαιμο μέχρι λέπρα.
Η σπουδαιότητά του ήταν τέτοια που οι Αιγύπτιοι και οι Μινωίτες είχαν δημιουργήσει ένα ειδικό ιδεόγραμμα για να το αντιπροσωπεύουν. Άλλωστε, το σίλφιο έβρισκε εφαρμογή παντού, καθώς χρησιμοποιούνταν όλα τα μέρη του, από το κοτσάνι και τις ρίζες μέχρι τον πολύτιμο χυμό του. Πέρα όμως από την ιατρική, ιστορικά έχει υποστηριχθεί ότι η κλασική αρχαιότητα περιστράφηκε γύρω από αυτό και στη γαστρονομία. Συγκεκριμένα, οι Έλληνες το λάτρευαν ως καρύκευμα με τέτοιο πάθος, ώστε το πρόσθεταν στα πάντα, περίπου όπως χρησιμοποιείται σήμερα ο μαϊντανός.
Γεύση και Τρόποι Χρήσης στη Γαστρονομία
Χάριζε έντονη και πικάντικη γεύση, πιθανώς αντίστοιχη με το σκόρδο, αλλά δεν είχε την ενοχλητικά βαριά μυρωδιά του. Οι Έλληνες συνήθως αποξήραιναν τον χυμό του για να τον χρησιμοποιήσουν, ενώ οι Ρωμαίοι το έτρωγαν ολόκληρο και διατηρούσαν τις ρίζες του στο ξίδι.
Το φυτό ήταν τόσο παινεμένο ως μπαχαρικό, που έφτασαν στο σημείο να πληρώνουν ακριβά τα ζώα που είχαν βοσκήσει σε λιβάδια με σίλφιο, καθώς πίστευαν ότι αυτό έδινε πολύ καλύτερη γεύση στο κρέας τους.
Συνταγές που Διασώθηκαν στον Χρόνο
Ακόμα και συνταγές έχουν φτάσει ως τις μέρες μας. Ο κωμικός ποιητής Άλεξις λέει για τα σαφρίδια: “τους βγάζεις τα βράγχια, τα ξεπλένεις, τα καθαρίζεις, τα ανοίγεις στα δύο, τα στρώνεις, τα αλευρώνεις, τα αλείφεις με σίλφιο και τα καλύπτεις με τυρί, αλάτι και ρίγανη”. Ο ιατρός Ξενοκράτης μοιράζεται ένα μυστικό για τις φούσκες (θαλάσσια ζώα): “Τις κόβουμε, ξεπλένουμε και περιχύνουμε με κυρηναϊκό σίλφιο, απήγανο, άλμη και ξίδι ή φρέσκια μέντα σε ξίδι και γλυκό κρασί”.
Ο Αθηναίος αναφέρει παστό ψάρι που το μαρινάριζαν με κρασί, λάδι και σίλφιο. Κατά τη ρωμαϊκή εποχή, το βότανο λατρευόταν τόσο πολύ, που εμφανίζεται σε όλες σχεδόν τις συνταγές του διάσημου βιβλίου μαγειρικής του Απίκιου. Τέλος, το σίλφιο βρίσκεται και μέσα στη μεγαλύτερη λέξη της Ιστορίας, μια κληρονομιά του Αριστοφάνη στις “Εκκλησιάζουσες”.
Η Μοναδικότητα και οι Θεραπευτικές Ιδιότητες
Το μαγικό βρισκόταν στην κυρηναϊκή χερσόνησο. Το σίλφιο φύτρωνε αποκλειστικά εκεί, σε μια στενή λωρίδα ακτής, 200×50 χιλιόμετρα. Το θαυματουργό φυτό αρνούνταν να ευδοκιμήσει αλλού. Οι αρχαίοι προσπάθησαν πολύ, για εφτακόσια χρόνια πάλευαν, μάταια. Μόνο η Κυρήνη πλούτιζε από το σίλφιο.
Οι Πολλαπλές Θεραπευτικές Χρήσεις
Το θαυματουργό χορτάρι είχε πολλές θεραπευτικές χρήσεις, αν και σήμερα είναι δύσκολο να αποτιμήσουμε την πραγματική αποτελεσματικότητά τους. Θεράπευε πονόλαιμο, πυρετό, δυσπεψία, καθώς επίσης, αφροδίσια νοσήματα και ανεπιθύμητες κυήσεις. Ο Ιπποκράτης παρότρυνε ασθενείς: “Όταν εξέχει το έντερο και δεν επιστρέφει στη θέση του, ξύστε σε μικρά κομμάτια το καλύτερο και πιο συμπαγές σίλφιον και εφαρμόστε το ως κατάπλασμα”.
Η «Ηράκλεια Πανάκεια» και η Αντισυλληπτική του Δράση
Οι μεγάλοι βοτανολόγοι της αρχαιότητας, ο Θεόφραστος ο Ερέσιος και ο Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος, το παρομοίαζαν με την «Ηράκλεια Πανάκεια», υπονοώντας ότι το σκιανθές αυτό φυτό ήταν κατάλληλο για όλες τις ασθένειες.
Ωστόσο, αναμφίβολα, η ιδιότητα που το έκανε πιο περιζήτητο ήταν η αντισυλληπτική του δράση, με αποτέλεσμα οι Έλληνες να το προτιμούν και οι Ρωμαίοι να το λατρεύουν. Τη δράση αυτή καταμαρτυρεί και ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, ο οποίος υπαινίσσεται ότι το σίλφιο «απομακρύνει τα υγρά που εκκρίνονται στην εμμηνόρροια». Πρόκειται για ιδιότητες που, όπως γνωρίζουμε, συναντάμε και σε συγγενικά του είδη, όπως για παράδειγμα ο μαϊντανός, ακόμα και σήμερα.
Η Παρουσία του στον Μύθο και την Ποίηση
Η πολιτισμική του σημασία φαίνεται και από το γεγονός ότι το βότανο εμφανίζεται στην «Περιγραφή της Ελλάδος» του Παυσανία, και συγκεκριμένα σε μια ιστορία για τους Διόσκουρους στο σπίτι του Φορμίωνος. Σύμφωνα με την αφήγηση, όταν η παρθένος κόρη του εξαφανίστηκε, στην αίθουσα βρέθηκαν μόνο οι εικόνες των Διόσκουρων, ένα τραπέζι και σίλφιον, υποδηλώνοντας τη σύνδεσή του με το θείο.
Παρομοίως, το σίλφιο (laserpicium) παίζει κεντρικό ρόλο σε ένα ποίημα του Κάτουλλου προς την ερωμένη του, Λεσβία, γεγονός που επιβεβαιώνει τον σαφή ρόλο που διαδραμάτιζε στην αντίληψη της εποχής για την ανθρώπινη σεξουαλικότητα.
Μια Ολοκληρωμένη Αξιοποίηση
Συνοψίζοντας, είναι πολύ πιθανό ότι ήταν όντως φαρμακολογικά δραστικό, ιδιαίτερα για την πρόληψη ή τη διακοπή της κύησης. Άλλωστε, ο ίδιος ο Διοσκουρίδης το συνιστούσε ρητά ως αντισυλληπτικό και ως μέσο πρόκλησης άμβλωσης.
Ταυτόχρονα όμως, πέρα από τις ιατρικές χρήσεις, ο ανθός του χρησιμοποιούνταν επίσης για την παρασκευή αρωμάτων, αποδεικνύοντας ότι οι αρχαίοι εκμεταλλεύονταν κυριολεκτικά κάθε του κομμάτι.
Τι Απέγινε το Σίλφιο;
Το σίλφιο ήταν πραγματικός φυτικός χρυσός για την Κυρήνη και ταυτόχρονα ένα φυτό-πανάκεια για ολόκληρο τον αρχαίο κόσμο, σχεδόν ένα φυτικό “βιάγκρα” για όλους. Ωστόσο, δεν έμελλε να μακροημερεύσει, καθώς κανείς δεν σκέφτηκε το μέλλον του. Συγκεκριμένα, οι Ρωμαίοι το εξάντλησαν ουσιαστικά, αφού γενίκευσαν τη χρήση και την υπερκαλλιέργειά του. Μάλιστα, έφτασαν στο σημείο να στέλνουν ακόμα και τα καλύτερα ζώα τους να βοσκήσουν στα λιβάδια του, με σκοπό να αποκτήσουν πιο νόστιμο κρέας.
Οι αιτίες της εξαφάνισης
Ήταν οι μαγειρικές και αντισυλληπτικές ιδιότητές του. Αυτές προσυπέγραψαν το ηχηρό τέλος του. Κάποια στιγμή, τον 1ο αιώνα μ.Χ., δεν φύτρωνε άλλο. Η υπερκαλλιέργεια και οι οπλές των ζώων κατέστρεψαν το εύθραυστο οικοσύστημα των κυρηναϊκών ακτών. Έστειλαν το σίλφιο στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας.
Το τελευταίο κλαράκι και η τεράστια αξία του
Σύμφωνα με τον θρύλο, ο αυτοκράτορας Νέρων ήταν ο τελευταίος που το γεύτηκε, καθώς στα χέρια του έφτασε το τελευταίο κλαράκι που βρέθηκε ποτέ. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, “το τελευταίο βλαστάρι που βρέθηκε… στάλθηκε στον αυτοκράτορα Νέρωνα”, μάλιστα ως ένα σπάνιο αξιοπερίεργο. Έκτοτε, μέσα σε μερικές δεκαετίες, το σπάνιο σίλφιο εξαφανίστηκε, με αποτέλεσμα όλοι να αναπολούν τις παλαιότερες εποχές.
Η νοσταλγία αυτή ήταν απόλυτα δικαιολογημένη, αφού η αξία του φυτού ήταν τεράστια. Είναι ενδεικτικό ότι ο ίδιος ο Ιούλιος Καίσαρας είχε παραλάβει μεγάλες ποσότητες, τις οποίες και παραχώρησε στα δημόσια ταμεία. Άλλωστε, μέχρι τότε, άξιζε κυριολεκτικά το βάρος του σε ασήμι, με τους Ρωμαίους να λένε χαρακτηριστικά: “ο χυμός του σίλφιου αξίζει το βάρος του σε δηνάρια”! Παρ’ όλα αυτά, ακόμα και μετά την εξαφάνισή του, η φήμη του ήταν τέτοια που συνέχιζε να αναφέρεται στους καταλόγους αρωματικών φυτών, με τη μνήμη του να περνά από τον έναν στον άλλο μέχρι και τον 8ο αιώνα μ.Χ.
Η αδυναμία καλλιέργειας και η αναζήτηση υποκατάστατου
Ένας βασικός λόγος για την εξαφάνισή του ήταν το γεγονός ότι, όπως επιβεβαιώνει και ο Θεόφραστος, δεν μπορούσε να καλλιεργηθεί. Παράλληλα, η έντονη φήμη του για τις αντισυλληπτικές ιδιότητες ουσιαστικά προκάλεσε το τέλος του, ενώ ο Στράβωνας προσθέτει ότι ακόμα και οι λαοί της ερήμου συνέβαλαν στην καταστροφή, καταστρέφοντας τις ρίζες του. Το αποτέλεσμα ήταν το φυτό να χαθεί για πάντα, σε τέτοιο βαθμό που ακόμα και σήμερα οι βοτανολόγοι δεν το έχουν ταυτοποιήσει, με αποτέλεσμα απλώς να κυκλοφορούν αρκετές εικασίες για την οικογένεια στην οποία ανήκε.
Δεδομένου ότι ο αρχαίος κόσμος έμοιαζε να μην μπορεί να ζήσει χωρίς σίλφιο, η αναζήτηση για κάτι ανάλογο ήταν επιτακτική. Έτσι, οι άντρες του Μεγάλου Αλεξάνδρου βρήκαν στην Περσία ένα παρόμοιο φυτό, την ασαφοετίδα. Ωστόσο, αυτή στερούνταν τη χαρακτηριστική γεύση και τις πολύτιμες ιδιότητες του αυθεντικού. Αρχικά, οι Ρωμαίοι την υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό, αλλά γρήγορα κατάλαβαν πως σίλφιο δεν ήταν. Τη διαφορά αυτή καταμαρτυρεί εύγλωττα ο Διοσκουρίδης: “Το κυρηναϊκό [το σίλφιο] έχει ένα πολύ υγιεινό άρωμα, που ελάχιστα το προσέχει κανείς στην αναπνοή. Αντίθετα, το μηδικό [ασαφοετίδα] είναι λιγότερο δυνατό και έχει χειρότερη μυρωδιά”.

Το Παγκόσμιο Σύμβολο της Αγάπης
Αν και έχουμε ακούσει πως το σύμβολο της καρδιάς περιβάλλεται από πολλούς θρύλους, η αλήθεια είναι ότι το σχήμα του δεν μοιάζει με την πραγματική ανθρώπινη καρδιά. Γι’ αυτό, ορισμένοι λένε ότι αποτελεί μεσαιωνική αναπαράσταση φύλλων από φυτά, όπως φύλλα συκής, κισσού ή νούφαρα. Μια άλλη θεωρία υποθέτει ότι υπάρχει σχέση με τη γυναικεία ανατομία.
Ωστόσο, η πιο ενδιαφέρουσα και ιστορικά τεκμηριωμένη εκδοχή είναι διαφορετική. Συγκεκριμένα, η πρώτη παρόμοια αναπαράσταση που γνωρίζουμε προέρχεται από ένα ασημένιο νόμισμα της Κυρήνης, του 6ου-5ου αιώνα π.Χ. Πάνω σε αυτό, απεικονίζεται ο σπόρος/καρπός του σίλφιου, ο οποίος μοιάζει εντυπωσιακά με το οικουμενικό σύμβολο της αγάπης που ξέρουμε σήμερα. Για τον λόγο αυτό, πολλοί ιστορικοί τοποθετούν τη γέννησή του στην Κυρηναϊκή, πολύ πριν από τον Μεσαίωνα.
