Η Ιστορία και οι Ονομασίες των Ελληνικών Φύλων
Η ιστορία των Ελληνικών φύλων είναι ένα σύνθετο και συναρπαστικό ταξίδι μέσα στους αιώνες, γεμάτο μετακινήσεις, συγχωνεύσεις και αλλαγές ονομάτων. Καθένα από αυτά τα αρχαία Ελληνικά φύλα έπαιξε έναν μοναδικό ρόλο στη διαμόρφωση του πολιτισμού, της γλώσσας και της ταυτότητας, όπως τα γνωρίζουμε σήμερα.
Πελασγοί: Οι Προϊστορικοί Κάτοικοι της Ελλάδας
Οι Πελασγοί αποτελούν το κοινό όνομα που δόθηκε σε όλα τα προϊστορικά και προκατακλυσμιαία ελληνικά φύλα. Ωστόσο, η ταυτότητα των Πελασγών παραμένει ένα άλυτο ιστορικό και γλωσσολογικό πρόβλημα. Σύγχρονοι ιστορικοί, αρχαιολόγοι και γλωσσολόγοι προσπάθησαν να τους συνδέσουν με διάφορους υλικούς πολιτισμούς ή γλωσσολογικές ομάδες. Αλλά οι πληροφορίες παραμένουν ασαφείς. Οι συνεχείς επεξεργασίες των ελληνικών παραδόσεων και μύθων καθιστούν δύσκολο τον διαχωρισμό μεταξύ ιστορικών γεγονότων και μυθοπλασίας. Παραδοσιακά, περιοχές όπως η Θεσσαλία και η Αττική θεωρούνταν πατρίδες των Πελασγών. Και ο Πελασγός αναφέρεται ως γενάρχης τους, με το όνομά του να συνδέεται με πολυάριθμους θρύλους.
Αχαιοί: Οι Ηγεμόνες του Μυκηναϊκού Κόσμου
Οι Αχαιοί, ως ένα από τα αρχαία Ελληνικά φύλα, ήρθαν από την Ήπειρο. Πήραν το όνομά τους από τον Αχαιό, γιο του Ξούθου και εγγονό του Έλληνα. Περί το 1200 π.Χ., και κατά τη συμβατική ιστορία, οι Αχαιοί πρωτοστάτησαν στην εκστρατεία κατά της Τροίας. Μάλιστα, σε αυτή την εκστρατεία συμμετείχαν 44 αυτόνομοι ηγεμόνες από την Ήπειρο και τη Θεσσαλία μέχρι την Κρήτη. Αν και αυτόνομοι, τους αντιμετώπιζαν ως ένα έθνος, καθώς τους ένωναν το κοινό αίμα, η κοινή γλώσσα, η κοινή θρησκεία και κυρίως η κοινή συνείδηση. Οι ξένοι τους απέδιδαν διάφορα ονόματα, όπως Αργείοι, Δαναοί, και κυρίως Αχαιοί.
Ίωνες: Οι Πρόδρομοι του Ελληνικού Αποικισμού και της Φιλοσοφίας
Οι Ίωνες, ως ένα από τα αρχαία Ελληνικά φύλα, ήρθαν κι αυτοί από την Ήπειρο και τα παράκτια νησιά του Ιονίου Πελάγους. Μάλιστα, το όνομά τους προέρχεται από τον Ίωνα, αδελφό του Αχαιού, γιο του Ξούθου και εγγονό του Έλληνα. Εγκαταστάθηκαν στην Αττική περί το 1900 π.Χ., σύμφωνα πάντα με τη συμβατική ιστορία. Επιπλέον, η επαφή τους με τους ανατολικούς λαούς οδήγησε τους τελευταίους να αποκαλούν όλους τους Έλληνες Ίωνες (Γιουνάν), μια ονομασία που διατηρείται ακόμα και σήμερα, με την Ελλάδα να αποκαλείται Γιουνανιστάν. Κατά την εποχή του Χαλκού, λοιπόν, οι Ίωνες εξαπλώθηκαν μεταξύ της Εύβοιας, της Αττικής και της βορειοανατολικής Πελοποννήσου.
Ωστόσο, γύρω στο 1100 π.Χ., με την αρχή της γεωμετρικής περιόδου και την κάθοδο των Δωριέων, οι ανακατατάξεις στην Ελληνική χερσόνησο ανάγκασαν τους Ίωνες να εγκαταλείψουν μεγάλο μέρος της περιοχής τους. Αυτές οι μετακινήσεις των αρχαίων ελληνικών φύλων ονομάζονται Α’ Ελληνικός Αποικισμός. Έτσι, οι Ίωνες μετακινήθηκαν ανατολικά, ιδρύοντας αποικίες στα νησιά του Αιγαίου (όπως Χίος, Σάμος). Και στην κεντρική Μικρά Ασία, στην περιοχή που έγινε γνωστή ως Ιωνία. Το μεγαλύτερο μέρος των νησιών του Αιγαίου, εκτός της Λέσβου, της Τενέδου και της Ρόδου, αποικήθηκε από τους Ίωνες. Οι σημαντικότερες αποικίες στην Ιωνία ήταν η Μίλητος και η Έφεσος.
Η Ιωνική Διάλεκτος και η Γέννηση της Φιλοσοφίας
Η δημιουργία αποικιών στη Μικρά Ασία αποτελούσε μια προοπτική που απασχολούσε επί χρόνια τα αρχαία Ελληνικά φύλα. Ιδίως τους Αχαιούς, καθώς η περιοχή ήταν πολύ πιο εύπορη από την ορεινή και άγονη Ελληνική χερσόνησο. Οι Ίωνες μιλούσαν την ιωνική διάλεκτο, η οποία αποτέλεσε τη βάση του ομηρικού ιδιώματος. Εμπλουτισμένη με στοιχεία από την αιολική και την αρκαδοκυπριακή. Λυρικοί ποιητές όπως ο Τυρταίος και ο Αρχίλοχος χρησιμοποιούσαν την ιωνική διάλεκτο για τις ελεγείες τους. Ενώ ιστορικοί όπως ο Ηρόδοτος έγραφαν επίσης στην ιωνική. Χαρακτηριστικά της διαλέκτου αποτελούν η γραφή των α και ε μακρών ως η (ήτα) και η εξάλειψη του συμφώνου F (δίγαμμα), καθώς και ο σχηματισμός των απαρεμφάτων σε -ναι.
Τον 6ο αιώνα π.Χ., η Μίλητος και η Έφεσος αναδείχθηκαν σε κέντρα σκέψης για τον φυσικό κόσμο. Εδώ, δημιουργήθηκαν υποθέσεις που εξηγούσαν τα φυσικά φαινόμενα χωρίς να αποδίδουν την αιτία τους στο θείο, όπως συνέβαινε μέχρι τότε. Αυτές οι υποθέσεις προέκυψαν από έρευνα και προσωπικές εμπειρίες, και οι εκπρόσωποι αυτού του κινήματος ονομάστηκαν «Φυσικοί» ή «Φυσιολόγοι». Κύριος εκπρόσωπος ήταν ο Θαλής ο Μιλήσιος, ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας. Καθώς και ο λεγόμενος “σκοτεινός” φιλόσοφος Ηράκλειτος από την Έφεσο.
Δωριείς: Η Κάθοδος και η Εξάπλωση
Οι Δωριείς, ένα από τα τέσσερα κύρια αρχαία Ελληνικά φύλα, κατάγονταν, από την οροσειρά της Πίνδου. Η παλαιά παραδοσιακή θεωρία υποστήριζε ότι οι Δωριείς κατέβηκαν στη νότια Ελλάδα περίπου τον 12ο αιώνα π.Χ.. Εκεί κατέλυσαν τον Μυκηναϊκό πολιτισμό, καθώς διέθεταν όπλα από σίδηρο, ανώτερα των χάλκινων των Μυκηναίων.
Ωστόσο, νεότερες μελέτες, σε συνδυασμό με την έλλειψη αρχαιολογικών ευρημάτων που να συνηγορούν σε μια τέτοια βίαιη εισβολή και γλωσσολογικών στοιχείων από την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β, αμφισβητούν έντονα αυτή την εκδοχή. Η μετακίνησή τους, γνωστή ως “Κάθοδος των Δωριέων“, παραμένει ένα από τα σκοτεινότερα σημεία της Ελληνικής ιστορίας.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Δωριείς κατοικούσαν στη Φθιώτιδα όταν βασίλευε ο Δευκαλίων. Από εκεί, με βασιλιά τους τον Δώρο, από τον οποίο πήραν και το όνομά τους, μετακινήθηκαν στις πλαγιές της Όσσας και του Ολύμπου, στην περιοχή που ονομαζόταν Ιστιαιώτις. Οι Κάδμειοι τους ανάγκασαν να εγκαταλείψουν την περιοχή αυτή και να εγκατασταθούν στην Πίνδο. Σε μια περιοχή που εκτείνεται από την περιφέρεια Καστοριάς και Γρεβενών έως και την επαρχία Μετσόβου, όπου ονομάστηκαν Μακεδνοί.
Από εκεί ξεκίνησε η “Κάθοδος των Δωριέων” στα τέλη του 12ου αιώνα π.Χ., μέσω του περάσματος της Δεσκάτης, ένα ιστορικό γεγονός μεγάλης σημασίας που χαρακτήριζε την εγκατάσταση ενός λαού σε πιο εύφορα και προσοδοφόρα εδάφη. Αυτή η εσωτερική μετανάστευση των Δωριέων αποτελούσε μέρος της γενικότερης προσπάθειας των δυτικών φυλετικών ομάδων να κατακτήσουν νέες περιοχές. Οι ακριβείς συνθήκες της μετακίνησής τους προς νότον παραμένουν άγνωστες. Οι Δωριείς αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τους τόπους εγκατάστασής τους είτε λόγω πίεσης από άλλες φυλετικές ομάδες είτε επειδή οι διαθέσιμοι φυσικοί πόροι δεν επαρκούσαν.
Η Αμφισβητούμενη “Κάθοδος” και οι Νεότερες Θεωρίες
Ενώ παλαιότερα εικαζόταν ότι η εξάπλωση των Δωριέων αποτελούσε το κυριότερο αίτιο της κατάρρευσης του Μυκηναϊκού κόσμου. Οι ιστορικοί σήμερα τείνουν στην αντίθετη εκδοχή. Η κατάρρευση του Μυκηναϊκού κόσμου των Αχαιών αποτέλεσε το κυριότερο αίτιο της γρήγορης εξάπλωσης του δωρικού στοιχείου. Συγκεκριμένα, υποστηρίζεται η άποψη ότι οι Δωριείς ήταν ένα Ελληνικό ποιμενικό και σχετικά πρωτόγονο φύλο. Κατοικούσε στις ορεινές περιοχές της Ελλάδας, και το οποίο, μετά τη διάλυση του Μυκηναϊκού κόσμου, κατέλαβε πεδινές περιοχές.
Πέρα από τις μαρτυρίες των ιστορικών, υπάρχει και το αντίστοιχο μυθολογικό πλαίσιο. Οι Δωριείς κατάγονταν από τον Δώρο, γιο του Έλληνα, ο οποίος είχε υπό την εξουσία του την ηπειρωτική Ελλάδα. Σε αυτούς κατέφυγαν οι απόγονοι του Ηρακλή, μετά τον θάνατο του Ύλλου και τον διωγμό τους από την Πελοπόννησο. Αναφέρεται ακόμη ότι, όταν οι Ηρακλείδες έφθασαν στον Αιγιμιό, βασιλιά των Δωριέων, ο Ύλλος ζούσε.
Ο Αιγιμιός υιοθέτησε τον Ύλλο και, εν συνεχεία, μαζί με τους δύο γιους του, Πάμφυλο και Δυμάνα, τον έκανε συγκληρονόμο στο ένα τρίτο του βασιλείου του. Διωγμένοι από τα γειτονικά φύλα, οι Δωριείς κατέφυγαν, μετά από πολλές μετακινήσεις, στη Δωρίδα και από εκεί στην Πελοπόννησο. Τη χώρα τη μοίρασαν ακολούθως οι δισέγγονοι του Ύλλου, Τήμενος, Κρεσφόντης και Αριστόδημος, μαζί με τους Πάμφυλο και Δυμάνα. Οι Δωριείς ερμήνευσαν την κατάκτηση της Πελοποννήσου και την κυριαρχία τους στους αχαϊκούς πληθυσμούς με τον μύθο της “επανόδου των Ηρακλειδών”, δηλαδή την επιστροφή των απογόνων του Ηρακλή στην αρχαία τους κοιτίδα.
Αιολείς: Η Συγχώνευση στην Πελοπόννησο
Οι Αιολείς ήρθαν από τη Θεσσαλία περί το 1900 π.Χ. και στη συνέχεια εγκαταστάθηκαν στην Πελοπόννησο, όπου συγχωνεύτηκαν με τους Αχαιούς. Το όνομά τους ανατρέχει στον Αίολο, γιο του Έλληνα και εγγονό του Δευκαλίωνος. Μάλιστα, γιος του Αιόλου ήταν ο Αθάμας, ο οποίος με τη Νεφέλη απέκτησε τον Φρίξο και την Έλλη, από την οποία ο Ελλήσποντος πήρε το όνομά του.
Γραικοί: Μια Ονομασία με Παράδοση και Μεταμορφώσεις
Το όνομα “Γραικοί” προέρχεται από τον Γραικό, ο οποίος, όπως και ο Έλλην, γενεαλογείται από τον Δευκαλίωνα, ή κατά άλλους, θεωρείται αδελφός του Λατίνου. Το όνομα ετυμολογείται από το “γηραιός” και “γραία”, και αυτά από τη “Γαία”, υποδηλώνοντας την αρχαιότητα και την γηγενή καταγωγή του. Κατά τους μέσους χρόνους, ανασύρθηκε από το βαθύ παρελθόν και επικράτησε ως εθνική ονομασία των Ελλήνων, ιδίως στην ύπαιθρο, καθώς το “Έλληνες” σήμαινε πλέον ειδωλολάτρες. Μέσω των Λατίνων, οι οποίοι το παρέλαβαν από τη γειτονική Ήπειρο, διαδόθηκε στη Δύση ως “Graeci”, οδηγώντας στις σημερινές μορφές όπως “Greece” και “Grece”.
Μάλιστα, μετά τη δημιουργία νέας αυτοκρατορίας από τους Δυτικούς με φορέα του αξιώματος τον Κάρολο το 800 μ.Χ., γεγονός που αποτέλεσε το αποκορύφωμα της διάστασης μεταξύ της παπικής και της πολιτικής εξουσίας της Κωνσταντινουπόλεως, οι Έλληνες συκοφαντήθηκαν έντονα. Έτσι, το όνομα “Γραικός” άρχισε να σημαίνει “αίρεση” και κατά τους χρόνους της Φραγκοκρατίας, ο μισελληνισμός ενισχύθηκε δραματικά. Γνωστή είναι η φράση του “πρωθυπουργού” του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, Λουκά Νοταρά: “κρειττότερον ιδείν εν μέση Πόλει φακιόλιον Τούρκου ή ρωμαϊκήν καλύπτραν”. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Κάρολος ζήτησε σε γάμο την πρώτη γυναίκα αυτοκράτειρα, την Ειρήνη την Αθηναία.
Μετά την πτώση της Πόλης, εκτός από το ρεύμα λογίων που συνέρρευσε στη Δύση και προκάλεσε την αναγέννηση, υπήρξαν και πολλοί δυστυχείς πρόσφυγες. Πολλοί από αυτούς παρανομούσαν για να επιβιώσουν, γεγονός που συνέτεινε ώστε το “Γραικός” να σημαίνει και “απατεώνας”.
Δαναοί: Η Αρχαία Ονομασία και η Ρωμαϊκή Υποτίμηση
Οι Δαναοί, ήταν αρχαία Ελληνικά φύλα που προερχόταν από την Ήπειρο, εγκαταστάθηκαν κυρίως στην Πελοπόννησο περί το 2000 π.Χ. Η φράση “Timeo Danaos et dona ferentes” (φοβούμαι τους Δαναούς και δώρα φέροντας), που αποδίδεται στον Λατίνο ποιητή Βιργίλιο. Εκφράζει ασφαλώς τον φθόνο κατά των Ελλήνων, αλλά και την προσπάθεια υποτίμησης του Ελληνικού Πνεύματος, το οποίο παρέμενε κυρίαρχο ακόμα και κατά τη Ρωμαϊκή στρατιωτική κυριαρχία. Άλλωστε, όπως σημειώνει ο Οράτιος: “η Ελλάς ηττηθείσα τον τραχύν νικητήν ενίκησε και τας τέχνας εισήγαγε εις το αγροίκον Λάτιον”.
Σελλοί: Οι Πανάρχαιοι Κάτοικοι και η Ετυμολογία του “Έλληνες”
Ο Αριστοτέλης αναφέρει τους Σελλούς ως πανάρχαιους κατοίκους της κεντρικής Ηπείρου, οι οποίοι τότε καλούνταν “Γραικοί”, ενώ αργότερα “Έλληνες”. Από το όνομά τους, σύμφωνα με μία εκδοχή, προέρχεται και το όνομα “Έλληνες”.
Έλληνες: Από το Φύλο του Αχιλλέα στην Παγκόσμια Ταυτότητα
Οι Έλληνες, το Ελληνικό φύλο του Αχιλλέα, κατοικούσαν στη Φθία και ονομάζονταν επίσης Μυρμιδόνες. Ήρθαν από την Ήπειρο και επεκτάθηκαν σε ευρύτερη περιοχή. Το όνομά τους προέρχεται από τον Έλληνα, γιο του Δευκαλίωνος, ο οποίος γεννήθηκε με “σπέρμα Διός”. Τον 8ο αιώνα π.Χ., όλα τα ελληνικά φύλα υιοθέτησαν αυτό το όνομα. Ωστόσο, στα πρώτα χρόνια της επικράτησης του Χριστιανισμού, το όνομα “Έλλην” κατέληξε να σημαίνει “ειδωλολάτρης”.
Από τον 9ο αιώνα, όμως, με τον Φώτιο, καθηγητή και μετέπειτα πατριάρχη, του οποίου το σπίτι είχε μετατραπεί σε κέντρο φιλολογικών συναναστροφών, και με την επανίδρυση του Πανεπιστημίου Κωνσταντινουπόλεως, καθώς και την ίδρυση πλήθους άλλων ιδιωτικών ανωτάτων σχολών, παρατηρούμε την επανεμφάνιση του ονόματος “Έλλην”. Τον 11ο αιώνα, το όνομα ενισχύεται περαιτέρω με προσωπικότητες όπως ο Μιχαήλ Ψελλός και η Άννα Κομνηνή. Ο Θεόδωρος Β’ Λάσκαρις, αυτοκράτορας της Νίκαιας, δήλωνε: “Πάσαν τοίνυν φιλοσοφίαν και γνώσις Ελλήνων εύρεμα…Σύ δέ ώ Ιταλέ τίνος ένεκεν εγκαυχά;”. Τέλος, ο Γεώργιος Γεμιστός τόνιζε στον Μανουήλ Παλαιολόγο ότι οι άνθρωποι, των οποίων ηγείται, είναι “Έλληνες” το γένος, όπως μαρτυρούν η γλώσσα και η πάτρια παιδεία τους.
Η Γένεση των Ελλήνων και τα Αρχαία Ελληνικά Φύλα είναι ένα πολύπλοκο και ενδιαφέρον θέμα στην αρχαιολογία και την ιστορία. Ως εκ τούτου, ακολουθεί μια βιβλιογραφία που μπορεί να σας φανεί χρήσιμη, καθώς περιλαμβάνει βιβλία και πηγές που καλύπτουν διάφορες πτυχές του θέματος.
Βιβλιογραφία – Βιβλία (Ελληνικά)
- Hopper, R.J. (1993). Οι πρώτοι Έλληνες (The Early Greeks). Θεσσαλονίκη: Βάνιας. (Πρωτότυπο στα αγγλικά το 1977).
- Schuller, Wolfgang (2006). Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας. Αθήνα: ΜΙΕΤ.
- Vermeule, Emily (1983). Ελλάς – Εποχή του Χαλκού (Greece in the Bronze Age). Αθήνα: Καρδαμίτσα. (Πρωτότυπο στα αγγλικά το 1964).
- Γεωργιάδης, Θανάσης. Τα Θαυμαστά Φύλα των Ελλήνων. Σύγχρονοι Ορίζοντες. (Μια εθνολογική μελέτη για τη γένεση και την ουσία του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού).
- Γονιδέλλης, Απόστολος. Η Γένεση κατά τους Αρχαίους Έλληνες. Πύρινος Κόσμος.
- Ραμού-Χαψιάδη, Α. (1987). Από τη φυλετική κοινωνία στην πολιτική. Αθήνα: Καρδαμίτσας, Μ.Ι.Ε.Τ.
- Mosse, C. (1996). Ο πολίτης στην Αρχαία Ελλάδα: Γένεση και εξέλιξη της πολιτικής σκέψης και πράξης. Αθήνα: Σαββάλας.
- Osborne, R. (2000). Η γέννηση της Ελλάδας. Αθήνα: Οδυσσέας.
- Glotz, G. (1981). Η Ελληνική Πόλις. Αθήνα: ΜΙΕΤ.

One thought on “Η Γένεση των Ελλήνων – Αρχαία Ελληνικά Φύλα”