Η Ελλάδα ως το Ζωντανό Θεμέλιο της Ευρωπαϊκής Ταυτότητας
Σε μια εποχή που η Ευρώπη αναζητά την ταυτότητά της μέσα σε διοικητικές δομές και αφηρημένες «αρχές», μια δημόσια συζήτηση στις Βρυξέλλες έθεσε ένα θεμελιώδες ερώτημα: «Ποιος Φοβάται τους Αρχαίους Έλληνες;». Η εκδήλωση, που διοργανώθηκε από το think tank MCC Brussels, δεν προσέγγισε την Ελλάδα ως μουσειακό έκθεμα, αλλά ως ζωντανό θεμέλιο των αξιών που ορίζουν τη Δύση.
Διακεκριμένοι ακαδημαϊκοί όπως ο φιλόσοφος Dr. Benedict Beckeld, ο ιστορικός Dr. Alexander Meert και η ερευνήτρια Dr. Maren Thom, ανέπτυξαν έναν διάλογο για το πώς η ελευθερία, ο ορθός λόγος και η έννοια του πολίτη γεννήθηκαν στην Αθήνα και πώς η απομάκρυνση από αυτές τις ρίζες απειλεί το σύγχρονο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Το συμπέρασμα; Η κατανόηση της Ευρώπης απαιτεί μια ευθεία ματιά στην Ελλάδα.
Η Δύση Υπάρχει: Ο Beckeld για την Υπέρβαση της Αυτο-Αποστροφής
Ο Dr. Benedict Beckeld άνοιξε τη συζήτηση αμφισβητώντας την ιδέα ότι «η Δύση» είναι μια ανύπαρκτη έννοια. Υποστήριξε ότι, αν και αφηρημένη, η Δύση είναι μια απολύτως πραγματική ιστορική συνέχεια. Ένας ορατός δεσμός συνδέει τον Όμηρο με τον Βιργίλιο και τον Βιργίλιο με τον Δάντη. Αυτή η συνέχεια αποτυπώνεται στην τέχνη, το δίκαιο και την πολιτική γλώσσα.
Ο Beckeld τόνισε ότι η μελέτη των Ελλήνων δεν είναι αναχρονισμός. Η Αθήνα, άλλωστε, αντιμετώπισε τις ίδιες κρίσεις που βιώνουμε σήμερα: σχετικισμό, ηθική κόπωση και κοινωνική παρακμή.
Ένα κεντρικό σημείο της ομιλίας του ήταν η απόρριψη της ενοχής για «Ευρωκεντρισμό». Ο Beckeld διεμήνυσε ότι η υπερηφάνεια για την κληρονομιά κάποιου δεν συνιστά ρατσισμό. Η πολιτισμική αυτο-αποστροφή (οικοφοβία) οδηγεί σε αδιέξοδο. Η Ευρώπη, υποστήριξε, χρειάζεται έναν θετικό ορίζοντα—μια σαφή αίσθηση του ποιοι είμαστε, όχι μόνο του τι απορρίπτουμε. Σε αυτή την αναζήτηση, η Ελλάδα λειτουργεί ταυτόχρονα ως καθρέφτης και ως φάρος.
Ο Λόγος ως Διάλογος: Ο Meert για την Κρίση της Παιδείας
Ο Dr. Alexander Meert μετέφερε τη συζήτηση στο πώς η ελληνική σκέψη δημιούργησε μια μηχανή ισορροπίας, συνδέοντας τον φυσικό κόσμο με τον μεταφυσικό. Η σύγχρονη δυσφορία, ισχυρίστηκε, πηγάζει από την υποβάθμιση του νοήματος σε απλή λειτουργικότητα.
Ο Meert τόνισε την ουσιαστική ελληνική συνεισφορά: την αξία του Λόγου. Όχι ως ψυχρό ορθολογισμό, αλλά ως ζωντανή συνήθεια διαλόγου, αμφισβήτησης και ειλικρινούς ομιλίας (παρρησία). Η διαλεκτική και η ισονομία δεν ήταν διακοσμητικές αρετές· ήταν το λειτουργικό σύστημα μιας πολιτείας φτιαγμένης για πολίτες, όχι για υπηκόους.
Ο ομιλητής άσκησε δριμεία κριτική στη σύγχρονη ακαδημαϊκή πρακτική. Όταν τα πανεπιστήμια, είπε, χρησιμοποιούν «προειδοποιήσεις περιεχομένου» (trigger warnings) για την Ιλιάδα ή την Οδύσσεια ή λογοκρίνουν υλικό «για να προστατεύσουν τους φοιτητές», δεν δείχνουν ευαισθησία. Αντιθέτως, προδίδουν την ελληνική αρχή της αντοχής απέναντι στην αλήθεια. Η ελληνική παιδεία απαιτούσε τη δύναμη να αντιμετωπίζεις τη δυσφορία, όχι να δραπετεύεις από αυτήν.
Η Δύναμη της Κάθαρσης: Η Thom για την Ελληνική Τραγωδία
Η Dr. Maren Thom ανέλυσε την καλλιτεχνική διάσταση, εστιάζοντας στο αρχαίο δράμα. Υποστήριξε ότι οι σύγχρονοι λογοκριτές δεν επιτίθενται στο περιεχόμενο των ελληνικών κειμένων, αλλά στην ψυχολογική τους δύναμη.
Η ελληνική τραγωδία, εξήγησε η Thom, μεταμορφώνει το κοινό μέσω της σύγκρουσης, του φόβου και του ελέους. Η κάθαρση δεν είναι ψυχοθεραπεία· είναι η πολιτική διαδικασία μέσω της οποίας οι πολίτες μαθαίνουν να αντιμετωπίζουν την αλήθεια χωρίς να καταρρέουν. Γι’ αυτό οι Αθηναίοι έχτιζαν θέατρα χιλιάδων θέσεων και πλήρωναν τους φτωχούς για να παρακολουθούν. Το δράμα ήταν συλλογική εκπαίδευση και πολιτικό καθήκον.
Η σύγχρονη τάση «αποστείρωσης» της τέχνης, η αφαίρεση όσων σοκάρουν, ακυρώνει τον ίδιο τον κινητήρα του δράματος. Όπως τόνισε η Thom, η εξομάλυνση της συναισθηματικής εμπειρίας στη σύγχρονη αφήγηση, από το Χόλιγουντ έως τα κινούμενα σχέδια, έχει εξαλείψει την κάθαρση. Αυτό που μένει είναι η επιβεβαίωση χωρίς μεταμόρφωση, η αφήγηση χωρίς συνέπειες. Το αποτέλεσμα δεν είναι η ηθική, αλλά η πλήξη.
Μαθαίνοντας από την «Ξενότητα» των Ελλήνων
Η συζήτηση αναγνώρισε την παγίδα της προβολής σύγχρονων κατηγοριών στο παρελθόν. Οι Έλληνες, για παράδειγμα, δεν είχαν μια ενιαία λέξη για τη «θρησκεία». Ωστόσο, όπως απάντησε ο Beckeld, η αναγνώριση της ιστορικής διαφοράς δεν απαγορεύει τη σύγκριση. Όταν ο Ισοκράτης θρηνεί ότι οι άνθρωποι δεν πιστεύουν πια στους θεούς, βλέπουμε κοινωνίες που παλεύουν με την ίδια κόπωση νοήματος.
Το πάνελ τόνισε ότι η ίδια η «ξενότητα» των Ελλήνων είναι αυτή που μας εκπαιδεύει. Η αντίληψή τους για την τιμή, η οικειότητά τους με τον πόλεμο, η συγχώνευση ελευθερίας και δουλείας, μας προκαλούν. Ο στόχος δεν είναι να κάνουμε τους Έλληνες να μας μοιάζουν, αλλά εμείς να προσπαθήσουμε να φτάσουμε το δικό τους ανάστημα.
Τι Μπορούμε να Κάνουμε; Η Πρακτική Πρόταση του MCC Brussels
Όταν ένας θεατής ρώτησε τι μπορεί να γίνει πρακτικά, η απάντηση των ομιλητών ήταν σαφής και πολιτισμική:
- Αναβίωση των Κλασικών: Επαναφορά της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών και των Λατινικών στα σχολεία, ή τουλάχιστον η σοβαρή ενασχόληση με τα κείμενα.
- Κατάργηση της Πνευματικής Νηπιοποίησης: Τερματισμός της λογικής του «ευαίσθητου περιεχομένου» που αντιμετωπίζει τους πολίτες ως παιδιά.
- Εκπαίδευση του Πολίτη: Το θέατρο και η φιλοσοφία πρέπει να ξαναγίνουν μέρος της δημόσιας εκπαίδευσης.
- Κανονικοποίηση της Διαφωνίας: Η διαφωνία πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μορφή μάθησης και όχι ως απειλή.
Η συζήτηση ανέδειξε τη ναυμαχία της Σαλαμίνας ως το τέλειο σύμβολο: οι Αθηναίοι εγκατέλειψαν την πόλη τους για να πολεμήσουν στη θάλασσα. Νίκησαν χάρη στους απλούς ναύτες, οι οποίοι μετά τη νίκη απαίτησαν πολιτικά δικαιώματα. Αυτός ο δεσμός μεταξύ δράσης, θάρρους και θεσμών είναι η ελληνική κληρονομιά.
Επίλογος: Μια Κληρονομιά Θάρρους
Η υπεράσπιση του ελληνικού πολιτισμού, όπως παρουσιάστηκε στις Βρυξέλλες, δεν είναι μια αντιδραστική νοσταλγία. Είναι ένα επιχείρημα υπέρ του πνευματικού και αισθητικού θάρρους.
Το μήνυμα της εκδήλωσης ήταν ξεκάθαρο: η Ελλάδα δεν είναι απλώς «μία ακόμη επιρροή». Είναι το αρχικό μας αρχείο. Η αποκοπή της Ευρώπης από αυτή τη ρίζα, την καθιστά φτωχότερη, μικρότερη και ευκολότερη στη διαχείριση. Το MCC Brussels προτείνει το αντίθετο: μια Ευρώπη που μαθαίνει να είναι Ευρωπαϊκή χωρίς ενοχή και χωρίς αλαζονεία, φιλόδοξη αλλά με μέτρο. Η αρχαία φιλοσοφία και η τραγωδία μας υπενθυμίζουν το καθήκον μας: να στεκόμαστε όρθιοι μέσα στη σύγκρουση και να βγαίνουμε αλλαγμένοι—λίγο πιο ελεύθεροι, λίγο πιο σοφοί.
